κέλητι

κέλητι
κέλης
courser
masc dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • CELES — apud Curtium, l. 4. c. 1. in epistola Alexandri ad Darium, Celes, cuius nomen sumpsisti, Darius, etc. quid notet, non adeo certum. Et quidem vocem de nihilo comparere senitit Modius, alii vero non sine ratione adesse. Celes enim, quae vox… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • κέλης — ο (ΑΜ κέλης, Α δωρ. τ. κέληξ) άλογο ιππασίας νεοελλ. ναυτ. ελαφρά, επιμήκης και ταχεία κωπήλατη λέμβος στην οποία οι ερέτες κάθονται αντίθετα προς την πλευρά κίνησης τού φτερού τής κώπης, αλλ. φαλαινίς αρχ. 1. (συχνά στην επικεφαλίδα ωδών τού… …   Dictionary of Greek

  • πολύχαρμος — Έλληνας γλύπτης του 4ου αι. π.Χ. Κατά τον Πλίνιο, ήταν ο κατασκευαστής δύο μαρμάρινων αγαλμάτων της Αφροδίτης, που την παρουσίαζαν να λούζεται ορθή. Αντίγραφα των έργων θεωρούνται δύο αγάλματα που βρίσκονται στη στοά της Οκταβίας στη Ρώμη από τα… …   Dictionary of Greek

  • κέληθ' — κέλητα , κέλης courser masc acc sg κέλητι , κέλης courser masc dat sg κέλητε , κέλης courser masc nom/voc/acc dual κέληται , κέλομαι urge pres subj mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέλητ' — κέλητα , κέλης courser masc acc sg κέλητι , κέλης courser masc dat sg κέλητε , κέλης courser masc nom/voc/acc dual κέληται , κέλομαι urge pres subj mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”